© Paronomastis. All rights reserved
e-mail: paronomastis@gmail.com © Paronomastis. All rights reserved
Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013
Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013
Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013
Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013
Η Επικουρικότητα στον Ευρωπαϊκό χώρο
Γράφει ο Ι. ΠΑΡΚΑΣ
Η Ευρωπαϊκή Ένωση,
ως ‘Ένωση’ αποτελεί τον ιδανικό χώρο
εκτεταμένης και ανόθευτης εφαρμογής της Αρχής της Επικουρικότητας και της
πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Η ΕΕ αποτελείται σήμερα από 28 κράτη- μέλη εκ των
οποίων:
Ä
Τρία κράτη- μέλη έχουν επισήμως
ομοσπονδιακή δομή (Γερμανία, Αυστρία, Βέλγιο),
Ä Ένα
κράτος έχει οιονεί ομοσπονδιακή δομή (Ισπανία) και
Ä τα
υπόλοιπα μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενιαία κράτη.
Ορισμένα από τα 24 αυτά κράτη,
παρά την επισήμως ενιαία δομής τους, διαθέτουν ετερογενή εδαφική οργάνωση.
Έτσι, η Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Φινλανδία περιλαμβάνουν
περιφέρειες σε ένα μέρος μόνο της επικράτειάς τους (αυτόνομες περιφέρειες). Η
Ιταλία διατηρεί μία ειδική θέση στο ζήτημα αυτό ως ένα «περιφερειοποιημένο»
ενιαίο κράτος με περιφέρειες που έχουν «κανονικό» ή «ειδικό» καθεστώς.
Έντεκα κράτη μέλη διαθέτουν ένα μόνο επίπεδο υποεθνικών
αρχών, ήτοι δήμους, εννέα άλλα διαθέτουν δύο επίπεδα (δήμους και περιφέρειες),
ενώ τα υπόλοιπα επτά διαθέτουν τρία επίπεδα: δήμους, περιφέρειες και ενδιάμεσες
δομές (π.χ. διαμερίσματα, επαρχίες, κομητείες κ.λπ.). Το νεότερο μέλος της ΕΕ η
Κροατία, είναι επίσης ενιαίο κράτος με τρία επίπεδα διακυβέρνησης.
Η
Επικουρικότητα παρουσιάζεται ως βασική κατευθυντήρια γραμμή κατανομής
αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών-μελών, στη συνθήκη του Μάαστριχτ.
Ως γνωστόν, το καλοκαίρι του 1992 οι Δανοί απέρριψαν τη συνθήκη, διαισθανόμενοι
ότι τα Ευρωπαϊκά Όργανα ήθελαν να κανονίζουν τα πάντα από τις Βρυξέλλες. Το
ίδιοι ανήσυχοι ήταν και οι Βρετανοί ευρωσκεπτικιστές, διαβλέποντας σημαντική
μείωση της εθνικής τους κυριαρχίας. Για να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες και τις
ηγεμονικές διαθέσεις των Βρυξελλών, τα κράτη-μέλη και η Επιτροπή επανέφεραν την
Αρχή της Επικουρικότητας.
Παρά
το ότι η εισαγωγή της Αρχής της Επικουρικότητας μείωσε τις αντιρρήσεις και τις
επιφυλάξεις για την υπερβολική ισχύ των Βρυξελών, η συνέχεια δεν ήταν μια γενική και ενιαία
ερμηνεία του όρου. Υπήρχε η ερμηνεία ότι η Κοινότητα μπορεί να αναλάβει δράση
μόνον όταν ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα από ,ότι σε εθνικό επίπεδο
και υπήρχε και η (σημαντικά) διαφορετική ερμηνεία ότι η Κοινότητα μπορεί να
αναλάβει δράση για να εξασφαλιστεί ένας συγκεκριμένος στόχος.
Η
ασάφεια που επικρατεί στην ερμηνεία της έννοιας της Επικουρικότητας που υπάρχει
στη Συνθήκη υποκρύπτει την έλλειψη πολιτικής βούλησης για την ουσία της
έννοιας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κείμενο της Συνθήκης δεν υπάρχει ρητή
πρόβλεψη για υποχρέωση της Επιτροπής ή του Συμβουλίου των Υπουργών να λαμβάνουν
υπόψη τους την Αρχή της Επικουρικότητας όταν θεσπίζουν νομοθεσία. Η προστασία
και εφαρμογή της Επικουρικότητας στην Ευρώπη μένει ex post facto στο Διεθνές Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ),
που είναι το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο στην Ευρώπη. Ως γνωστόν το ΔΕΚ
αποτελείται από τρία δικαιοδοτικά όργανα: το καθεαυτό Δικαστήριο, το Γενικό
Δικαστήριο και το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.
Πρέπει
να τονισθεί ότι από τα πρώτα βήματα της εφαρμογής της συνθήκης του Μάαστριχτ
και μέχρι σήμερα έχουν προκύψει πολλές φορές σημαντικά θέματα ερμηνείας του
όρου με αντικείμενο το νοηματικό πυρήνα της Επικουρικότητας. Αυτό δεν πρέπει να
προκαλεί εντύπωση, καθώς η εφαρμογή της έννοιας άπτεται τόσο της διατήρησης της
εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών όσον και των αναγκών χάραξης ενιαίας
πολιτικής και διαδικασιών σε σημαντικά θέματα στον ευρωπαϊκό χώρο. Είναι
προφανές ότι τίθεται θέμα ισορροπίας, και, ως συνήθως, η πιο αποτελεσματική
λύση είναι η αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σωστής δοσολογίας πολιτικού κόστους και πολιτικού οφέλους.
Μία
ισορροπία αυτού του είδους επιτυγχάνεται με το Πρωτόκολλο για την εφαρμογή της
Επικουρικότητας και της Αναλογικότητας που προσαρτήθηκε στη συνθήκη του
Άμστερνταμ. Το Πρωτόκολλο περιέχει αναλυτικές οδηγίες ορθής οπτικής για την
εξέταση συμβατότητας της νομοθεσίας με την Αρχή της Επικουρικότητας. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται να μειωθούν οι αποκλίνουσες και ενίοτε αντιφατικές ερμηνείες του όρου.
Μία πολύ σημαντική διάταξη που
περιλαμβάνει το Πρωτόκολλο είναι η υποχρέωση των ευρωπαϊκών Οργάνων που
εισηγούνται νομοθεσία να αιτιολογούν τις προτεινόμενες ρυθμίσεις. Για να
αποτρέψει γενικόλογες και ρητορικές αιτιολογήσεις, η διάταξη επιβάλλει τη χρήση
δεικτών που προσδιορίζουν πόσο αναγκαία είναι η προτεινόμενη νομοθετική
ρύθμιση. Ακόμα όμως και με αυτές τις προσπάθειες ανάπτυξης ενός ‘πολιτισμού
επικουρικότητας’ στα ευρωπαϊκά όργανα, υπάρχουν οι σκεπτικιστές, που πιστεύουν
ότι η απαίτηση λεπτομερέστερων εξηγήσεων και τεκμηρίωσης δεν αποτελούν παρά μια
αλυσιτελή διαδικαστική ακριβολογία. 1
Σε κάθε
περίπτωση, ευρωσκεπτικιστές ή μη αναγνωρίζουν γενικώς ότι το Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ συνέβαλε ουσιαστικά στον σαφέστερο προσδιορισμό των
κατευθύνσεων- στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους- της λειτουργίας της Επιτροπής, του
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, δηλαδή των τριών θεσμικών Οργάνων της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Πρωτόκολλο προβλέπει ρητά ότι και τα τρία Όργανα οφείλουν
να συνυπολογίζουν την επικουρικότητα και την αναλογικότητα σε όλες τις φάσεις
τις νομοθετικής διαδικασίας.
Παραμένει αναμφισβήτητο γεγονός, ότι, παρά την επιφανειακή ‘αυστηρότητα’ των προβλέψεων του Πρωτοκόλλου του Άμστερνταμ, αυτό που στην ουσία ‘επιβάλλει’ το Πρωτόκολλο είναι μια προτροπή προς τα Όργανα να λαμβάνουν υπόψη τους την Αρχή της Επικουρικότητας.
Αποτελεί θετική εισήγηση το να αναφέρεσαι στην ανάγκη ευρείας και ειλικρινούς διαβούλευσης προ της εισήγησης για νομοθετική ρύθμιση. Αλλά το να αποφεύγεις τη θεσμοθέτηση οργάνου που θα έχει τη δύναμη να ακυρώσει νομοθετικές πρωτοβουλίες των οργάνων ενισχύει τους φόβους ή την κριτική των ευρωσκεπτικιστών ότι υπάρχει μια σθεναρή αντίσταση των ευρωπαϊκών Οργάνων σε οποιαδήποτε προοπτική μετατροπής της Αρχής της Επικουρικότητας σε αποτελεσματικό μέσο προστασίας της εθνικής ή υποεθνικής κυριαρχίας σε θέματα που δεν έχουν διεθνικό χαρακτήρα.
Στη Συνθήκη της Λισσαβόνας
προσδιορίζονται οι τομείς που ανήκουν στο πεδίο της αποκλειστικής αρμοδιότητας
της Ε.Ε και έτσι γίνεται μια σαφής οριοθέτηση μεταξύ των αρμοδιοτήτων ενός
κράτους μέλους και εκείνων της Ε.Ε. Τη βάση για την άσκηση συντρεχουσών
αρμοδιοτήτων αποτελεί η αρχή του
κατειλημμένου πεδίου. Σύμφωνα με αυτή την αρχή τα κράτη- μέλη μπορούν να
λαμβάνουν μέτρα στους τομείς των συντρεχουσών αρμοδιοτήτων εάν η Ε.Ε. δεν έχει ασκήσει αρμοδιότητα της. Εάν,
έστω και μια φορά, η Ε.Ε. έχει ασκήσει αρμοδιότητα στο εν λόγο πεδίο, το
τελευταίο καταλαμβάνεται και τα κράτη μέλη δεν έχουν πλέον αρμοδιότητα να
δράσουν.
Σύμφωνα με το νέο πρωτόκολλο, η Επιτροπή πρέπει πριν από κάθε πρόταση μιας νομοθετικής πράξης να διεξάγει εκτεταμένες διαβουλεύσεις σχετικά με την περιφερειακή και τοπική διάσταση. Αυτή η πρόβλεψη δίνει στις περιφερειακές και τοπικές μονάδες δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες διαβούλευσης έναντι της Επιτροπής. Μάλιστα, η μη τήρηση του οποίου συνιστά ουσιαστικά διαδικαστική ατέλεια, οι όποια οδηγεί στην ακύρωση της νομικής πράξης.
Αλλά δε λείπουν και οι δυνατότητες φαλκίδευσης της παραπάνω πρόβλεψης σε περίπτωση που κάποια περιφερειακή ή τοπική οντότητα αποδειχτεί ενοχλητική στην υπεροψία των κεντρικών ευρωπαϊκών οργάνων: ‘Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις η Επιτροπή μπορεί να παρακάμπτει τη διαδικασία. Αυτό σημαίνει – θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Επιτροπή μπορεί να μετατρέψει την υποχρέωση σε διαβούλευση μια πρόβλεψη κενή περιεχομένου δηλώνοντας τακτικά ότι πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις.
Ο χαρακτηρισμός του ‘επείγοντος’ και του ‘εξαιρετικού’- αν κρίνουμε από τη συχνότητα που το συναντάμε σε κάθε είδους έγγραφα της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι τα θεσμικά όργανα ασχολούνται συνεχώς με εξαιρετικώς επείγοντα θέματα.
Το σύστημα της έγκαιρης προειδοποίησης που προεβλέπετο στο σχετικό πρωτόκολλο της Συνταγματικής Συνθήκης υπάρχει αναβαθμισμένο και στη Συνθήκη της Λισσαβόνας. Το νέο πρωτόκολλο για την εφαρμογή των αρχών της Επικουρικότητας που προσαρτήθηκε στη συνθήκη της Λισαβόνας επεκτείνει την προθεσμία διαβίβασης των αιτιολογημένων γνωμών των εθνικών κοινοβουλίων από τις έξι στις οκτώ εβδομάδες. Επιπλέον, προστίθεται στη διαδικασία της «κίτρινης κάρτας»- το ένα τρίτο ή ένα τέταρτο των ψήφων των εθνικών κοινοβουλίων- η αποκαλούμενη «πορτοκαλί κάρτα». Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία, εάν οι αιτιολογημένες γνώμες που αφορούν σε προτάσεις νομοθετικής πράξης, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, αντιπροσωπεύουν την απλή πλειοψηφία των ψήφων των εθνικών κοινοβουλίων, η πρόταση επανεξετάζεται. Μετά την επανεξέταση, η Επιτροπή, δύναται να διατηρήσει, να τη τροποποίηση ή να αποσύρει την πρόταση νομοθετικής πράξης.
Στην περίπτωση διατήρησης της πρότασης, η
Επιτροπή οφείλει να τεκμηριώσει, με αιτιολογημένη γνώμη, τους λογούς για τους οποίους η πρόταση
συμμορφώνεται με την αρχή της Επικουρικότητας. Η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής καθώς και οι αιτιολογημένες γνώμες των εθνικών
κοινοβουλίων διαβιβάζονται στον κοινοτικό νομοθέτη ώστε να εξετάζεται η τήρηση
ή μη της αρχής της Επικουρικότητας πριν την ολοκλήρωση της πρώτης ανάγνωσης.
Εάν η πλειοψηφία του 55% των
μελών του Συμβούλιου ή η πλειοψηφία των ψηφισάντων στο κοινοβούλιο κρίνουν μη
συμβατή την πρόταση με την αρχή της Επικουρικότητας , η εξέταση
της νομοθετικής πρότασης δεν συνεχίζεται.
Είναι προφανές πως έχουμε μια
πολύ σημαντική αλλαγή ως προς τα εθνικά Κοινοβούλια καθώς με την παραπάνω
πρόβλεψη στήνεται ένας μηχανισμός προληπτικού εθνικού κοινοβουλευτικού έλεγχου
στη νομοθετική διαδικασία της Ένωσης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η παρέμβαση
των εθνικών κοινοβουλίων είναι υποχρεωτική και τα εθνικά Κοινοβούλια διαθέτουν
το δικαίωμα αναπομπής των νομοθετικών
προτάσεων στο κοινοτικό νομοθέτη.
Όπου υπάρχει πρόβλεψη
διαδικασιών ή μηχανισμών ελέγχου δημιουργείται, αυτομάτως, το ερώτημα ποιος
ελέγχει το σύστημα ελέγχου. Σε ένα γενικότερο
πλαίσιο, η επιτυχία του ελέγχου της εφαρμογής της Επικουρικότητας με τη μορφή
συλλογικής δράσης των εθνικών Κοινοβουλίων εξαρτάται από τη ποιότητα της
διακοινοβουλευτικής συνεργασίας.
Η διασφάλιση ενός αποτελεσματικού συντονισμού 28 κοινοβουλίων δεν είναι ένα εύκολο έργο. Φαίνεται όμως, πως τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών βρήκαν ένα μηχανισμό που εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο συντονισμού των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρώπη. Σε μια συνάντησή τους τον Μάιο του 1989 στη Μαδρίτη, οι Πρόεδροι των Κοινοβουλίων των κρατών μελών της ΕΕ συμφώνησαν να ενισχύσουν τον ρόλο των εθνικών Κοινοβουλίων σε σχέση με τα κοινοτικά θέματα, φέρνοντας μαζί τους Επιτροπές Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Από τη συνάντηση αυτή δημιουργήθηκε ένας ενδιαφέρον φορέας, η COSAC 2 (Conférence des organes spécialisés dans les affaires Communautaires), που συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 16-17 Νοεμβρίου 1989 στο Παρίσι.
Η COSAC είναι ένα σύστημα θεσμοθετημένων Διασκέψεων των Επιτροπών των εθνικών Κοινοβουλίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ασχολούνται με τις υποθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στις εξαμηνιαίες
συνεδριάσεις της COSAC ( που συνήθως πραγματοποιούνται στην πρωτεύουσα της χώρας
που ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έξι
μέλη εκπροσωπούν κάθε Κοινοβούλιο.
Επιπλέον, τα εθνικά
κοινοβούλια των υποψηφίων χωρών καλούνται
να συμμετάσχουν με τρεις παρατηρητές
το κάθε ένα.
Η COSAC αναγνωρίστηκε
επίσημα με πρωτόκολλο σχετικά με
τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων
στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της Συνθήκης του
Άμστερνταμ, η οποία συνήφθη από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων
τον Ιούνιο του 1997. Το Πρωτόκολλο
τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 1999. Σύμφωνα με το άρθρο 10 του πρωτοκόλλου (αριθ.
1), σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
της Συνθήκης της Λισαβόνας, η
COSAC ‘δύναται να υποβάλει οποιαδήποτε εισήγηση
κρίνει σκόπιμη ενώπιον του
Ευρωπαϊκού Κοινοβούλιο, του
Συμβουλίου και της Επιτροπής. Οι εισηγήσεις της Διάσκεψης δε δεσμεύουν τα εθνικά Κοινοβούλια
ούτε προδικάζουν τη θέση τους’.
1
|
Bercow J. (2003) Subsidiarity and the illusion of democratic control,
EU constitution Briefing Paper, no 03 διαθέσιμο στο http://www.brugesgroup.com/mediacentre/?article=192
|
2
|
Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013
Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013
Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013
Παραδείγματα εφαρμογής της Επικουρικότητας
Γράφει ο Π. Ιωακείμ
Ένας ενδιαφέρων τομέας που
αναδεικνύει την πρακτική εφαρμογή της Αρχής της Επικουρικότητας είναι η
διαχείριση των απορριμμάτων. Σύμφωνα με την Αρχή της Επικουρικότητας, η
Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί (και οφείλει) να
Ασφάλεια
Γράφει ο Π. Ιωακείμ
|
Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013
Εξοικονόμηση ενέργειας
Γράφει ο Ι. ΠΑΡΚΑΣ
Εξοικονόμιση
ενέργειας
Στο σπίτι και τη
δουλειά
|
|
Στο οδήγημα
|
4Κλείνουμε τα φώτα όταν δεν χρησιμοποιούμε το χώρο.
4Χρησιμοποιούμε λαμπτήρες
υψηλής απόδοσης. Καταναλώνουν περίπου το 25% των κοινών λαμπτήρων και έχουν 10πλάσιο
χρόνο ζωής.
4Δεν αφήνουμε τις συσκευές
(hi fi, τηλεόραση κλπ) σε standby. Καταναλώνουν σημαντική ενέργεια.
4Δεν τοποθετούμε το
ψυγείο δίπλα σε σώμα θέρμανσης ή στην ηλεκτρική κουζίνα.
4Δε χρειάζεται να
βράσουμε ένα λίτρο νερό για μια κούπα καφέ.
4Μη μαγειρεύετε με το ‘μάτι’
της κουζίνας στο 3. Μόλις βράσει το νερό χαμηλώστε την ένταση. Από τη στιγμή
που αρχίσει ο βρασμός το φαγητό δεν μαγειρεύεται νωρίτερα στη μεγάλη ένταση.
Αν δεν θυμάστε τη Γυμνασιακή Φυσική, ρωτήστε ένα καλό μαθητή Λυκείου.
4Κλιματισμός και ανοιχτά
παράθυρα είναι πολύ δαπανηρός συνδυασμός. Αν επιμένουμε στο κάπνισμα… ας καπνίσουμε
στο μπαλκόνι.
4Το νερό για να ζεσταθεί
χρειάζεται πολύ μεγάλες ποσότητες ενέργειας. Μη σπαταλάτε το ζεστό νερό.
4Βεβαιωθείτε πως ο
καυστήρας του καλοριφέρ είναι καλά συντηρημένος.
4Οι σύγχρονες ηλεκτρικές
συσκευές έχουν ένδειξη για το πόσο αξιοποιούν την ενέργεια που καταναλώνουν.
Η κλίμακα είναι από το Α έως το G, όπου
Α είναι η καλύτερη απόδοση και G Η λιγότερο αποδοτική.
|
4Αποφεύγουμε το ‘νευρικό
οδήγημα’. Οι μεγάλες επιταχύνσεις και τα δυνατά φρεναρίσματα αυξάνουν πολύ
την κατανάλωση καυσίμου.
4Δεν ‘αγοράζουμε’ κάρτα
καυσαερίων. Ο κακοσυντηρημένος κινητήρας βλάπτει και το περιβάλλον και την
τσέπη μας.
4Δεν χρησιμοποιούμε το
αυτοκίνητο για να πάμε μέχρι το
περίπτερο.
4Το γρήγορο οδήγημα προκαλεί μεγαλύτερη κατανάλωση ανά
διανυόμενο χιλιόμετρο.
4Το οδήγημα με ανοιχτό
παράθυρο αυξάνει την κατανάλωση καυσίμου κατά περίπου 20%.
4Τα λάστιχα με λιγότερο
αέρα από το κανονικό είναι όχι μόνο πηγή ατυχημάτων, αλλά αυξάνουν πολύ και
την κατανάλωση καυσίμου.
|
Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013
Έκτακτα περιστατικά
Γράφει
ο Π. Ιωακείμ
1. Διαχείριση κρίσεων
● Τι είναι κρίση
● Έκτακτα περιστατικά
και η Αρχή της Επικουρικότητας
1Β. Τα
βασικά στοιχεία στη Διαχείριση κρίσεων
● Η
ύπαρξη πολιτικής για τα έκτακτα περιστατικά
● Το σχέδιο διαχείρισης κρίσεων
● Το Σχέδιο αντιμετώπισης του συγκεκριμένου περιστατικού
|
|||||
2. Οι ενότητες δράσεων στην αντιμετώπιση έκτακτων
περιστατικών
|
|||||
Α. Πρόληψη και μείωση των επιπτώσεων
|
|||||
Β.
Ετοιμότητα
|
|||||
Γ.
Ανταπόκριση
|
|||||
Δ. Ανάνηψη
|
|||||
ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
|
1. Διαχείριση κρίσεων
Τι είναι κρίση;
Σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες μπορεί,
ανά πάσα στιγμή, να συμβεί κάτι το μη επιθυμητό. Πολύ συχνά η κατάσταση μπορεί
να αντιμετωπιστεί με μικρές προσαρμογές και διορθωτικές κινήσεις από αυτόν που
αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Υπάρχουν όμως καταστάσεις όπου ένα γεγονός- κατά κανόνα μη προγραμματισμένο
- μπορεί να προκαλέσει αναστάτωση ή διακοπή προγραμματισμένων δραστηριοτήτων,
να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια ανθρώπων, διαδικασιών και περιουσίας. Σε
ορισμένες περιπτώσεις μπορεί και να οδηγήσει σε καταστροφές αν δεν ληφθούν
άμεσα μέτρα αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις μιλάμε
για κρίση, για έκτακτη ανάγκη ή για έκτακτο περιστατικό. Στην πράξη, και οι
τρεις αυτοί όροι περιγράφουν μία κατάσταση που έχει ισχυρή χρονική συνιστώσα,
δηλαδή μπορεί με το χρόνο να κλιμακωθεί η έκταση, η βαρύτητα και η
πολυπλοκότητα των προβλημάτων. Συνεπώς, μία κρίση απαιτεί άμεση δράση.
Τι είναι η Διαχείριση κρίσεων;
Το ότι μία κρίση απαιτεί άμεση δράση αποτελεί μια απλή δήλωση του
προφανούς αν δεν γίνει και σημείο εκκίνησης προβληματισμού για το πώς
αντιμετωπίζεται μία κρίση. Εξ ορισμού, ‘Διαχείριση κρίσης’ είναι ο τρόπος που
αντιμετωπίζεται μία κρίση. Αυτός ο τρόπος μπορεί να αποδειχθεί:
●
|
ότι
επέτεινε την κρίση
|
●
|
μη
έγκαιρος
|
●
|
μη
αποτελεσματικός
|
●
|
ελάχιστα
αποτελεσματικός
|
●
|
σπάταλος
|
●
|
αποτελεσματικός
και με την ενδεδειγμένη αξιοποίηση ανθρώπινων και οικονομικών πόρων και
μέσων.
|
Εν
ολίγοις: υπάρχει καλή και κακή διαχείριση κρίσεων.
|
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν - μερικές φορές σε
καθοριστικό βαθμό - τις κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις
ενός έκτακτου γεγονότος. Οι παράγοντες αυτοί είναι:
1
|
Η
δυνατότητα έγκαιρης ειδοποίησης. Είναι προφανές πως μια μεγάλη δασική πυρκαγιά
δίνει αρκετό χρόνο στους υπευθύνους μιας κατασκήνωσης ή ενός σχολείου να
εκκενώσουν με ασφάλεια τις εγκαταστάσεις. Αντιθέτως, μια πυρκαγιά μέσα στο
σχολείο δίνει πολύ λιγότερο χρόνο αντίδρασης και αυτό μπορεί να μεταβάλει
δραματικά τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς. Το ίδιο ισχύει για μια επερχόμενη
πλημμύρα όπου οι προβλέψεις της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας μπορεί να οδηγήσουν
σε προληπτικό κλείσιμο του σχολείου και σε μείωση των επιπτώσεων του
φαινομένου στην ασφάλεια των μαθητών.
|
2
|
Η στιγμή
που εκδηλώθηκε το περιστατικό. Είναι προφανές πως ένας σεισμός που έγινε τη
στιγμή που σε ένα σχολείο δεν υπήρχαν μαθητές θα έχει μηδενικές επιπτώσεις
στην ασφάλεια μαθητών και εκπαιδευτικού προσωπικού. Αντιθέτως, αν
ο σεισμός γίνει σε ώρα λειτουργίας του σχολείου οι επιπτώσεις του σεισμού
μπορεί να είναι πολύ σοβαρότερες.
|
3
|
Οι
συντρέχοντες παράγοντες: είναι διαφορετικές οι επιπτώσεις ενός ισχυρού σεισμού σε ένα
σχολείο αν το γεγονός γίνει ενώ βρέχει και μαθητές και καθηγητές βρίσκονται
μέσα στο κτήριο και διαφορετικές αν ο σεισμός γίνει σε ώρα διαλείμματος μιας
όμορφης, ζεστής ημέρας.
|
4
|
Η ύπαρξη
σχεδιασμού για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων. Είναι προφανές πως οι
επιπτώσεις θα είναι πολύ λιγότερες αν το περιστατικό αντιμετωπιστεί
οργανωμένα βάσει προϋπάρχοντος σχεδίου και θα είναι σοβαρότερες αν μαθητές
και εκπαιδευτικοί γνωρίζουν τις ενέργειες που πρέπει να κάνουν.
Βεβαίως, ο
σχεδιασμός βοηθά όταν όχι απλώς υπάρχει αλλά και είναι κτήμα όλων αυτών που
εμπλέκονται στις επιδράσεις του έκτακτου γεγονότος.
|
5
|
Ο ασφαλής
σχεδιασμός των εγκαταστάσεων που πλήττονται από ένα έκτακτο περιστατικό. Είναι
διαφορετικές οι επιπτώσεις σε ένα κτήριο που κατασκευάστηκε βάσει των αρχών SBD (safe by design –
ασφαλές εκ σχεδιασμού) και διαφορετικές σε ένα κτήριο που κατασκευάστηκε
χωρίς σωστές προδιαγραφές ασφαλούς λειτουργίας.
|
6
|
Οι
επιπτώσεις που είχε το έκτακτο περιστατικό σε άλλες λειτουργίες- συστήματα
της περιοχής. Ένας
σεισμός που προκάλεσε κατολισθήσεις ή σπάσιμο αγωγών νερού μπορεί να
καθυστερήσει ή και να εμποδίσει την παροχή βοήθειας από Αστυνομία, ΕΚΑΒ και
Πυροσβεστική και αυτό θα έχει επίδραση στις επιπτώσεις του φαινομένου στην
παροχή βοήθειας στο σχολείο.
Ένα συχνό
και πολύ σοβαρό πρόβλημα σε περιπτώσεις έκτακτων περιστατικών είναι η
επίδραση που είχε το περιστατικό στο σύστημα επικοινωνιών. Οι επιπτώσεις
αυτές έχουν συνήθως διπλή πηγή:
- Με την εκδήλωση ή τη γνωστοποίηση ενός έκτακτου
περιστατικού αυξάνεται κατακόρυφα ο αριθμός των τηλεφωνικών κλήσεων σε βαθμό
που προκαλείται πολύ συχνά κατάρρευση του τηλεφωνικού δικτύου. Τα περισσότερα
τηλεφωνήματα γίνονται από τους απλούς πολίτες που είτε θέλουν να
γνωστοποιήσουν σε γνωστούς και φίλους ότι είναι καλά, είτε θέλουν να μάθουν
αν οι δικοί τους άνθρωποι είναι καλά.
- Η δεύτερη πηγή προβλημάτων είναι οι τεχνικές βλάβες
που το έκτακτο περιστατικό προκάλεσε στο σύστημα επικοινωνιών και που οδηγούν
το σύστημα σε μειωμένη απόδοση ή προσωρινή κατάρρευση.
Η σημασία
των επικοινωνιών στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση έκτακτων
περιστατικών δε μπορεί να υπερτονισθεί. Σε άλλο σημείο αυτής της εργασίας θα
γίνει αναλυτική αναφορά στο ρόλο των επικοινωνιών στην αντιμετώπιση κρίσιμων
καταστάσεων.
|
7
|
Η ύπαρξη ή
η έλλειψη μέτρων μείωσης των επιπτώσεων ενός φαινομένου. Για παράδειγμα, η στερέωση
ορισμένων αντικειμένων μέσα στις σχολικές τάξεις (βιβλιοθήκες,
φοριαμοί, βαριά εκθέματα, ογκώδη βιβλία σε ράφια κλπ) βοηθά στη μείωση
των επιπτώσεων του σεισμού καθώς μειώνει τις πιθανότητες τραυματισμού μέσα στην
τάξη σε περιπτώσεις σεισμού.
|
Έκτακτα περιστατικά και η Αρχή της Επικουρικότητας
Το ότι τα έκτακτα περιστατικά έχουν τοπικό χαρακτήρα δεν σημαίνει πως οι
τοπικοί φορείς και οι τοπικές κοινωνίες μπορούν πάντοτε να αντιμετωπίσουν μια
έκτακτη ανάγκη που υπάρχει στην περιοχή τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις η
πρακτική εφαρμογή της Αρχής της
Επικουρικότητας συνοψίζεται στο δόγμα: Οι αποφάσεις λαμβάνονται
και οι δράσεις υλοποιούνται στο κατώτερο δυνατόν επίπεδο που επιτρέπουν οι
περιστάσεις.
Η Αρχή της Επικουρικότητας επιβάλλει να υπάρξει βοήθεια προς τους τοπικούς
φορείς που δοκιμάζονται, αν οι τοπικοί μηχανισμοί αδυνατούν να αντιμετωπίσουν
έγκαιρα και αποτελεσματικά μια έκτακτη ανάγκη. Ο τρόπος που παρέχεται αυτή η
βοήθεια μπορεί να διαφέρει μεταξύ των διαφόρων πολιτικών, διοικητικών και
οργανωτικών συστημάτων, αλλά η φιλοσοφία παραμένει η ίδια.
Παράδειγμα:
Μπορεί και πρέπει η κεντρική εξουσία να επιβάλλει να υπάρχουν συγκεκριμένες
προδιαγραφές ασφάλειας στα σχολεία καθώς και να είναι υποχρεωτική η ύπαρξη
σχεδίου δράσης σε κάθε σχολείο, αλλά την απόφαση για το αν θα γίνει εκκένωση
του σχολείου μετά από την εκδήλωση πυρκαγιάς σε γειτονικό δάσος δε πρέπει
να τη λάβει το Υπουργείο Παιδείας, αλλά οι τοπικοί αρμόδιοι που βρίσκονται στο
περιστατικό (Πυροσβεστικές δυνάμεις, Διευθυντής Σχολείου, σύλλογος γονέων κλπ).
(Το πώς και ποιοί πρέπει να λάβουν την απόφαση στο προηγούμενο παράδειγμα
αποτελεί αντικείμενο που αναλύεται διεξοδικά σε άλλο σημείο).
Η πρακτική πλευρά της εφαρμογής της Αρχής της Επικουρικότητας αναδεικνύει
τρία ενδιαφέροντα σημεία:
Διαλειτουργικότητα |
Για να
μπορέσει να εφαρμοστεί η Αρχή της Επικουρικότητας πρέπει να υπάρχουν ενιαίες
προδιαγραφές στον τρόπο αντιμετώπισης των κινδύνων, της Οργάνωσης και της
Επικοινωνίας.
Αν κάθε
μονάδα που συνδράμει και συμμετέχει έχει τις δικές της προδιαγραφές
εξοπλισμού, τις δικές της συχνότητες επικοινωνίας, τους δικούς της κώδικες
συνεννόησης και τη δική της ορολογία σε ό,τι αφορά εξοπλισμό, λειτουργίες και
διαδικασίες, το τελικό αποτέλεσμα θα είναι το χάος.
|
|
Διεύρυνση
των
συνεργασιών
|
Η Αρχή της
Επικουρικότητας επεκτείνεται και σε συνεργασία μεταξύ υπηρεσιών και
φορέων του ίδιου διοικητικού επιπέδου. Επί παραδείγματι, συνήθως ένας Δήμος
θα σπεύσει να συνδράμει άλλο Δήμο, ή μία Περιφέρεια θα συνδράμει μια άλλη
Περιφέρεια στην αντιμετώπιση μιας έκτακτης ανάγκης. Σε αυτές τις περιπτώσεις
η Αρχή της Επικουρικότητας μπορεί να συναντηθεί στους όρους ‘Σύμφωνο
αμοιβαίας συνεργασίας’, ‘Σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας κλπ’.
|
|
Καθολική
γνώση του
συστήματος
αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών
|
Για να
μπορέσει να εφαρμοστεί αποτελεσματικά η Αρχή της Επικουρικότητας, θα πρέπει
κάθε επίπεδο – και κυρίως το οργανωτικά κατώτερο - να γνωρίζει τους κανόνες
και τον τρόπο λειτουργίας τόσον των ανώτερων επιπέδων, όσων και των
διαφορετικών υπηρεσιών που συμμετέχουν ή συνδράμουν στην αντιμετώπιση της
έκτακτης ανάγκης.
Αν ο
Διευθυντής ενός Σχολείου δε γνωρίζει τα βασικά χαρακτηριστικά λειτουργίας του
ανώτερου οργανωτικού ή διοικητικού επιπέδου από το οποίο θα πρέπει να ζητήσει
βοήθεια τότε η επίκλησή του για βοήθεια μπορεί να είναι άστοχη, ανεπαρκής, ή
ανεδαφική. Το να ζητά ο κάθε πολίτης και ο κάθε τοπικός φορέας επειγόντως
ελικόπτερα και βοήθεια άλλων υπηρεσιών και φορέων σε κάθε πρόβλημα που θα
αντιμετωπίσει αν δεν αποτελεί ομολογία ανικανότητας, αποτελεί τυπική
περίπτωση ανευθυνότητας, άγνοιας, ελλιπούς προετοιμασίας και αμετροέπειας.
|
|
Η Επικουρικότητα δεν πρέπει να αποτελεί ούτε εύκολη λύση, ούτε άλλοθι για
έλλειψη προετοιμασίας για την αντιμετώπιση ενός έκτακτου περιστατικού. Σε
καταστάσεις μεγάλης έκτασης του φαινομένου (ισχυρός σεισμός, μεγάλη δασική
πυρκαγιά κλπ) μπορεί η εξωτερική βοήθεια να καθυστερήσει σημαντικά ή να είναι
πολύ μικρή. Οι λόγοι είναι γνωστοί: για να φτάσουν οι διασωστικές μονάδες του
ΕΚΑΒ και της Πυροσβεστικής στο σημείο που υπάρχει ανάγκη πρέπει οι δρόμοι να
είναι ανοικτοί. Σε περίπτωση μεγάλου σεισμού αρκετοί δρόμοι κλείνουν είτε από
υλικά οικοδομών που κατέρρευσαν, είτε από υπερβολική κίνηση αυτοκινήτων που οι
οδηγοί τους σπεύδουν να βεβαιωθούν για την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς
τους.
Επί πλέον σε καταστάσεις όπου το φαινόμενο έχει μεγάλη έκταση ή μεγάλη
ένταση, οι διασωστικές δυνάμεις πρέπει να προσφέρουν τη βοήθειά τους σε πολλά
σημεία ταυτοχρόνως. Συνεπώς, η προετοιμασία για την αντιμετώπιση ενός έκτακτου
περιστατικού πρέπει να προβλέπει την περίπτωση καθυστερημένης ή πολύ μικρής
εξωτερικής βοήθειας τη στιγμή της κρίσης.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)